2 Χρονικών 15:1-19
15 Και ήρθε το πνεύμα+ του Θεού πάνω στον Αζαρία, το γιο του Ωδήδ.+
2 Γι’ αυτό, βγήκε ενώπιον του Ασά και του είπε: «Ακούστε με, Ασά και όλος ο Ιούδας και ο Βενιαμίν! Ο Ιεχωβά θα είναι μαζί σας όσο εσείς θα είστε μαζί του·+ και αν τον αναζητάτε,+ θα σας αφήνει να τον βρίσκετε, αλλά αν τον εγκαταλείψετε, θα σας εγκαταλείψει.+
3 Πολλές ήταν οι ημέρες κατά τις οποίες ο Ισραήλ+ ήταν χωρίς αληθινό Θεό και χωρίς ιερέα που να διδάσκει+ και χωρίς Νόμο.
4 Αλλά όταν μέσα στη στενοχώρια+ τους επέστρεψαν στον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ,+ και έψαξαν για αυτόν, τότε αυτός τους άφησε να τον βρουν.+
5 Και εκείνους τους καιρούς δεν υπήρχε ειρήνη για αυτόν που έβγαινε ούτε για αυτόν που έμπαινε,+ επειδή υπήρχαν πολλές ταραχές ανάμεσα σε όλους τους κατοίκους των τόπων.+
6 Και κατασυντρίβονταν, έθνος εναντίον έθνους+ και πόλη εναντίον πόλης, επειδή ο Θεός τούς κρατούσε σε ταραχή με κάθε είδους στενοχώρια.+
7 Αλλά εσείς να είστε θαρραλέοι+ και ας μην ατονήσουν τα χέρια σας,+ επειδή υπάρχει ανταμοιβή για τις ενέργειές σας».+
8 Και μόλις άκουσε ο Ασά αυτά τα λόγια και την προφητεία του Ωδήδ+ του προφήτη, πήρε θάρρος και εξαφάνισε τα αηδιαστικά πράγματα+ από όλη τη γη του Ιούδα και του Βενιαμίν, καθώς και από τις πόλεις που είχε καταλάβει από την ορεινή περιοχή του Εφραΐμ,+ και ανακαίνισε το θυσιαστήριο του Ιεχωβά το οποίο βρισκόταν μπροστά στα προπύλαια του Ιεχωβά.+
9 Και άρχισε να συγκεντρώνει όλο τον Ιούδα και τον Βενιαμίν+ και τους πάροικους+ που ήταν μαζί τους από τον Εφραΐμ και τον Μανασσή και τον Συμεών· διότι πολλοί είχαν αυτομολήσει σε αυτόν από τον Ισραήλ όταν είδαν ότι ο Ιεχωβά ο Θεός του ήταν μαζί του.+
10 Συγκεντρώθηκαν, λοιπόν, στην Ιερουσαλήμ τον τρίτο μήνα του δέκατου πέμπτου έτους της βασιλείας του Ασά.
11 Και θυσίασαν στον Ιεχωβά εκείνη την ημέρα από τα λάφυρα που είχαν φέρει, εφτακόσια βόδια και εφτά χιλιάδες πρόβατα.
12 Επίσης, εισήλθαν σε διαθήκη+ ώστε να αναζητούν τον Ιεχωβά, τον Θεό των προπατόρων τους, με όλη τους την καρδιά και με όλη τους την ψυχή·+
13 και οποιοσδήποτε δεν αναζητούσε τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ, να θανατώνεται,+ μικρός ή μεγάλος,+ άντρας ή γυναίκα.+
14 Ορκίστηκαν,+ λοιπόν, στον Ιεχωβά με δυνατή φωνή και με αλαλαγμούς ευφροσύνης και με σάλπιγγες και με κέρατα.
15 Και όλος ο Ιούδας χάρηκε+ πολύ για τον όρκο που έδωσαν· διότι με όλη τους την καρδιά ορκίστηκαν και με πλήρη ευχαρίστηση έψαξαν για αυτόν, ώστε τους άφησε να τον βρουν·+ και ο Ιεχωβά συνέχισε να τους δίνει ανάπαυση ολόγυρα.+
16 Μάλιστα, τη Μααχά+ τη γιαγιά του ο Ασά ο βασιλιάς+ την απομάκρυνε από τη θέση που κατείχε ως κυρία,+ επειδή είχε φτιάξει ένα φρικτό είδωλο για τον ιερό στύλο·+ μετά ο Ασά έκοψε το φρικτό της είδωλο,+ το κονιορτοποίησε και το έκαψε+ στην κοιλάδα του χειμάρρου Κιδρόν.+
17 Αλλά οι υψηλοί τόποι+ δεν εξαλείφθηκαν από τον Ισραήλ.+ Η καρδιά του Ασά, όμως, ήταν πλήρης όλες τις ημέρες του.+
18 Και άρχισε να φέρνει στον οίκο του αληθινού Θεού όσα είχαν καθαγιαστεί από τον πατέρα του και όσα+ είχαν καθαγιαστεί από τον ίδιο, ασήμι και χρυσάφι και διάφορα σκεύη.+
19 Και δεν έγινε πόλεμος μέχρι το τριακοστό πέμπτο έτος της βασιλείας του Ασά.+