1 Σαμουήλ 9:1-27
9 Υπήρχε, τώρα, κάποιος άνθρωπος από τον Βενιαμίν του οποίου το όνομα ήταν Κεις,+ γιος του Αβιήλ, γιου του Σερώρ, γιου του Βεχωράθ, γιου του Αφιά, Βενιαμινίτης,+ άνθρωπος κραταιός σε πλούτο.+
2 Και είχε έναν γιο ονόματι Σαούλ,+ νέο και ωραίο, και δεν υπήρχε άντρας από τους γιους του Ισραήλ που να είναι ωραιότερος από αυτόν· από τους ώμους του και πάνω ήταν ψηλότερος από όλο το λαό.+
3 Και χάθηκαν τα θηλυκά γαϊδούρια+ του Κεις, του πατέρα του Σαούλ. Γι’ αυτό, ο Κεις είπε στον Σαούλ το γιο του: «Πάρε, σε παρακαλώ, μαζί σου έναν από τους υπηρέτες και σήκω, πήγαινε να ψάξεις για τα γαϊδούρια».
4 Και διέσχισε την ορεινή περιοχή του Εφραΐμ+ και διέσχισε τη γη Σαλισά+ και δεν τα βρήκαν. Και διέσχισαν τη γη Σααλίμ, αλλά δεν ήταν εκεί. Και διέσχισε τη γη των Βενιαμινιτών και δεν τα βρήκαν.
5 Και μπήκαν στη γη Ζουφ· και ο Σαούλ είπε στον υπηρέτη του που ήταν μαζί του: «Έλα να επιστρέψουμε, μήπως ο πατέρας μου πάψει να νοιάζεται για τα γαϊδούρια και αρχίσει να ανησυχεί για εμάς».+
6 Αλλά αυτός του είπε: «Δες, παρακαλώ! Υπάρχει ένας άνθρωπος του Θεού+ σε αυτή την πόλη, και αυτός ο άνθρωπος απολαμβάνει τιμή. Όλα όσα λέει βγαίνουν εξάπαντος αληθινά.+ Ας πάμε εκεί λοιπόν. Ίσως μπορέσει να μας πει ποιο δρόμο πρέπει να πάρουμε».
7 Τότε ο Σαούλ είπε στον υπηρέτη του: «Και αν πάμε, τι θα προσφέρουμε στον άνθρωπο;+ Επειδή το ψωμί που ήταν στα σκεύη μας έχει εξαντληθεί και δεν έχουμε τίποτα να προσφέρουμε για δώρο+ στον άνθρωπο του αληθινού Θεού. Τι έχουμε μαζί μας;»
8 Και ο υπηρέτης αποκρίθηκε πάλι στον Σαούλ και είπε: «Ορίστε! Βρίσκεται στο χέρι μου ένα τέταρτο του σίκλου+ ασήμι· θα το δώσω στον άνθρωπο του αληθινού Θεού και αυτός θα μας πει ποιος είναι ο δρόμος μας».
9 (Παλιότερα στον Ισραήλ έτσι έλεγε κάποιος όταν πήγαινε να εκζητήσει τον Θεό: «Ελάτε να πάμε στον βλέποντα».+ Διότι αυτός που λέγεται σήμερα προφήτης αποκαλούνταν παλιότερα ο βλέπων.)
10 Τότε ο Σαούλ είπε στον υπηρέτη του: «Καλός είναι ο λόγος σου.+ Έλα, πάμε». Και προχώρησαν προς την πόλη όπου ήταν ο άνθρωπος του αληθινού Θεού.
11 Ενώ ανέβαιναν τον ανήφορο προς την πόλη, βρήκαν κάποιες κοπέλες που πήγαιναν να βγάλουν νερό.+ Είπαν, λοιπόν, σε αυτές: «Είναι ο βλέπων+ σε αυτό το μέρος;»
12 Και εκείνες τους απάντησαν και είπαν: «Είναι. Βρίσκεται μπροστά από εσάς. Βιαστείτε, λοιπόν, επειδή σήμερα ήρθε στην πόλη, γιατί γίνεται σήμερα θυσία+ για το λαό στον υψηλό τόπο.+
13 Μόλις μπείτε στην πόλη, θα τον βρείτε αμέσως, πριν ανεβεί στον υψηλό τόπο για να φάει· επειδή ο λαός δεν τρώει ώσπου να πάει εκείνος, γιατί εκείνος ευλογεί τη θυσία.+ Μόνο έπειτα από αυτό τρώνε οι προσκαλεσμένοι. Ανεβείτε, λοιπόν, επειδή τώρα θα τον βρείτε».
14 Ανέβηκαν, λοιπόν, στην πόλη. Καθώς πλησίαζαν στο μέσο της πόλης, ο Σαμουήλ έβγαινε να τους συναντήσει για να ανεβούν στον υψηλό τόπο.
15 Είχε δε φανερώσει+ ο Ιεχωβά στον Σαμουήλ, μία ημέρα προτού πάει ο Σαούλ, το εξής:
16 «Αύριο, περίπου αυτή την ώρα, θα σου στείλω έναν άνθρωπο από τη γη του Βενιαμίν,+ και εσύ πρέπει να τον χρίσεις+ ηγέτη του λαού μου του Ισραήλ· και αυτός θα σώσει το λαό μου από το χέρι των Φιλισταίων,+ επειδή είδα την ταλαιπωρία του λαού μου, γιατί η κραυγή τους έχει φτάσει ως εμένα».+
17 Και ο Σαμουήλ είδε τον Σαούλ και ο Ιεχωβά τού αποκρίθηκε: «Να ο άνθρωπος για τον οποίο σου είπα: “Αυτός θα κρατάει το λαό μου υπό έλεγχο”».+
18 Τότε ο Σαούλ πλησίασε τον Σαμουήλ στο μέσο της πύλης και είπε: «Πες μου, σε παρακαλώ, πού είναι το σπίτι του βλέποντα;»
19 Και ο Σαμουήλ απάντησε στον Σαούλ και είπε: «Εγώ είμαι ο βλέπων. Ανέβα πριν από εμένα στον υψηλό τόπο· θα φάτε μαζί μου σήμερα+ και το πρωί θα σε ξεπροβοδίσω και θα σου πω όλα όσα είναι στην καρδιά σου.+
20 Όσο για τα γαϊδούρια που έχασες πριν από τρεις ημέρες,+ μην προσηλώνεις την καρδιά+ σου σε αυτά, γιατί βρέθηκαν. Και σε ποιον ανήκει ό,τι επιθυμητό έχει ο Ισραήλ;+ Δεν ανήκει σε εσένα και σε ολόκληρο τον οίκο του πατέρα σου;»
21 Τότε ο Σαούλ απάντησε και είπε: «Δεν είμαι εγώ Βενιαμινίτης, από μία από τις μικρότερες+ φυλές του Ισραήλ,+ και δεν είναι η οικογένειά μου η πιο ασήμαντη από όλες τις οικογένειες της φυλής του Βενιαμίν;+ Γιατί, λοιπόν, μου είπες αυτό το πράγμα;»+
22 Κατόπιν ο Σαμουήλ πήρε τον Σαούλ και τον υπηρέτη του και τους έφερε στην τραπεζαρία και τους έδωσε πρώτη+ θέση μεταξύ των προσκαλεσμένων· αυτοί ήταν περίπου τριάντα άντρες.
23 Αργότερα ο Σαμουήλ είπε στο μάγειρα: «Δώσε τη μερίδα που σου έδωσα, για την οποία σου είπα: “Φύλαξέ την”».
24 Τότε ο μάγειρας πήρε το πόδι και ό,τι υπήρχε σε αυτό και το έβαλε μπροστά στον Σαούλ. Και είπε: «Ορίστε αυτό που ήταν φυλαγμένο! Βάλε το μπροστά σου. Φάε, επειδή για τον προσδιορισμένο καιρό το φύλαξαν για εσένα, ώστε να το φας μαζί με τους προσκαλεσμένους». Έτσι λοιπόν, ο Σαούλ έφαγε με τον Σαμουήλ εκείνη την ημέρα.
25 Έπειτα κατέβηκαν από τον υψηλό τόπο+ στην πόλη, και αυτός συνέχισε να μιλάει με τον Σαούλ στην ταράτσα.+
26 Μετά σηκώθηκαν νωρίς και, μόλις χάραξε η αυγή, ο Σαμουήλ κάλεσε τον Σαούλ στην ταράτσα, λέγοντας: «Σήκω να σε ξεπροβοδίσω». Σηκώθηκε, λοιπόν, ο Σαούλ και βγήκαν έξω οι δυο τους, αυτός και ο Σαμουήλ.
27 Ενώ κατέβαιναν από την άκρη της πόλης, ο Σαμουήλ είπε στον Σαούλ: «Πες στον υπηρέτη+ να περάσει μπροστά από εμάς»—και αυτός πέρασε—«και εσύ τώρα στάσου να ακούσεις από εμένα το λόγο του Θεού».