1 Σαμουήλ 1:1-28
1 Υπήρχε κάποιος άνθρωπος από τη Ραμαθαΐμ-ζοφίμ+ στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ,+ και το όνομά του ήταν Ελκανά,+ γιος του Ιεροάμ, γιου του Ελιού, γιου του Θοχού, γιου του Ζουφ,+ Εφραϊμίτης.
2 Και είχε δύο συζύγους· το όνομα της μιας ήταν Άννα και το όνομα της άλλης Φενίννα. Η μεν Φενίννα απέκτησε παιδιά, η δε Άννα δεν είχε παιδιά.+
3 Και ανέβαινε από την πόλη του αυτός ο άνθρωπος κάθε χρόνο για να προσπέσει+ και να θυσιάσει στον Ιεχωβά των στρατευμάτων στη Σηλώ.+ Και εκεί ήταν ιερείς του Ιεχωβά+ οι δύο γιοι του Ηλεί, ο Οφνεί και ο Φινεές.+
4 Και ήρθε κάποια ημέρα που ο Ελκανά θυσίασε και έδωσε μερίδες στη Φενίννα τη σύζυγό του και σε όλους τους γιους της και τις κόρες της·+
5 στην Άννα, όμως, έδωσε μία μερίδα. Ωστόσο, αυτός αγαπούσε την Άννα,+ αλλά ο Ιεχωβά είχε κλείσει τη μήτρα της.+
6 Επίσης, η αντίζηλή της σύζυγος την παρόξυνε+ πολύ ώστε να την αναστατώνει για το ότι ο Ιεχωβά είχε κλείσει τη μήτρα της.
7 Και έτσι έκανε κάθε χρόνο,+ όποτε ανέβαινε στον οίκο του Ιεχωβά.+ Έτσι την παρόξυνε, γι’ αυτό και εκείνη έκλαιγε και δεν έτρωγε.
8 Και ο Ελκανά ο σύζυγός της τής είπε: «Άννα, γιατί κλαις και γιατί δεν τρως και γιατί νιώθει άσχημα η καρδιά σου;+ Δεν είμαι εγώ για εσένα καλύτερος από δέκα γιους;»+
9 Κατόπιν η Άννα σηκώθηκε αφού έφαγαν στη Σηλώ και αφού ήπιαν, ενώ ο Ηλεί ο ιερέας καθόταν στο κάθισμα, κοντά στον παραστάτη του ναού+ του Ιεχωβά.
10 Και ήταν πικραμένη στην ψυχή,+ και άρχισε να προσεύχεται στον Ιεχωβά+ και να κλαίει πολύ.+
11 Και έκανε μια ευχή+ και είπε: «Ιεχωβά των στρατευμάτων, αν όντως προσέξεις την ταλαιπωρία της δούλης σου+ και με θυμηθείς,+ και αν δεν ξεχάσεις τη δούλη σου και δώσεις στη δούλη σου αρσενικό απόγονο, εγώ θα τον δώσω στον Ιεχωβά όλες τις ημέρες της ζωής του και ξυράφι δεν θα ανεβεί στο κεφάλι του».+
12 Και ενώ προσευχόταν πολλή ώρα+ ενώπιον του Ιεχωβά, ο Ηλεί παρατηρούσε το στόμα της.
13 Η δε Άννα μιλούσε μέσα στην καρδιά της·+ μόνο τα χείλη της έτρεμαν, αλλά η φωνή της δεν ακουγόταν. Ο Ηλεί όμως την πέρασε για μεθυσμένη.+
14 Γι’ αυτό, ο Ηλεί τής είπε: «Ως πότε θα συμπεριφέρεσαι ως μεθυσμένη;+ Απόβαλε το κρασί από πάνω σου».
15 Τότε η Άννα απάντησε και είπε: «Όχι, κύριέ μου! Είμαι γυναίκα καταθλιμμένη στο πνεύμα· και κρασί και μεθυστικό ποτό δεν έχω πιει, αλλά χύνω την ψυχή μου ενώπιον του Ιεχωβά.+
16 Μην εξομοιώσεις τη δούλη σου με άχρηστη+ γυναίκα, γιατί από την αφθονία της ανησυχίας μου και του παροξυσμού μου μιλούσα ως τώρα».+
17 Τότε ο Ηλεί απάντησε και είπε: «Πήγαινε με ειρήνη,+ και είθε ο Θεός του Ισραήλ να κάνει δεκτό το αίτημά σου το οποίο του υπέβαλες».+
18 Και εκείνη είπε: «Ας βρει η υπηρέτριά σου εύνοια στα μάτια σου».+ Έφυγε, λοιπόν, η γυναίκα και έφαγε,+ και το πρόσωπό της δεν έδειχνε πια ανησυχία.+
19 Κατόπιν σηκώθηκαν νωρίς το πρωί και πρόσπεσαν ενώπιον του Ιεχωβά, και μετά επέστρεψαν και πήγαν στο σπίτι τους στη Ραμά.+ Και ο Ελκανά είχε σχέσεις+ με την Άννα τη σύζυγό του, και ο Ιεχωβά τη θυμήθηκε.+
20 Έτσι λοιπόν, μέχρι να κυλήσει ένας χρόνος, η Άννα έμεινε έγκυος και γέννησε γιο και κάλεσε το όνομά+ του Σαμουήλ επειδή, όπως είπε, «από τον Ιεχωβά τον ζήτησα».+
21 Αργότερα αυτός ο άνθρωπος, ο Ελκανά, ανέβηκε μαζί με όλο το σπιτικό του να θυσιάσει στον Ιεχωβά την ετήσια θυσία+ και την προσφορά για την ευχή του.+
22 Αλλά η Άννα δεν ανέβηκε,+ γιατί είχε πει στο σύζυγό της: «Μόλις απογαλακτιστεί+ το αγόρι, τότε θα το φέρω, και θα εμφανιστεί ενώπιον του Ιεχωβά και θα κατοικεί εκεί πάντοτε».+
23 Και ο Ελκανά ο σύζυγός+ της τής είπε: «Κάνε ό,τι φαίνεται καλό στα μάτια σου.+ Μείνε στο σπίτι ώσπου να τον απογαλακτίσεις. Είθε, μόνο, ο Ιεχωβά να εκπληρώσει το λόγο του».+ Έμεινε, λοιπόν, η γυναίκα στο σπίτι και θήλαζε το γιο της ώσπου τον απογαλάκτισε.+
24 Και μόλις τον απογαλάκτισε, τον έφερε μαζί της, έχοντας επίσης μαζί της έναν τριετή ταύρο και ένα εφά αλεύρι και μια μεγάλη στάμνα κρασί,+ και μπήκε στον οίκο του Ιεχωβά στη Σηλώ.+ Και το αγόρι ήταν μαζί της.
25 Κατόπιν έσφαξαν τον ταύρο και έφεραν το αγόρι στον Ηλεί.+
26 Τότε εκείνη είπε: «Με συγχωρείς, κύριέ μου! Στη ζωή της ψυχής σου,+ κύριέ μου, εγώ είμαι η γυναίκα που στεκόταν μαζί σου σε αυτό το μέρος και προσευχόταν στον Ιεχωβά.+
27 Αναφορικά με αυτό το αγόρι προσευχόμουν να κάνει δεκτό ο Ιεχωβά το αίτημά+ μου το οποίο του υπέβαλα.+
28 Γι’ αυτό και εγώ τον δάνεισα στον Ιεχωβά.+ Όλες τις ημέρες που θα υπάρχει, αυτός θα είναι κάποιος που έχει ζητηθεί για τον Ιεχωβά».
Και εκείνος προσκύνησε εκεί τον Ιεχωβά.+