Ψαλμός 77:1-20
Προς τον διευθύνοντα, για Ιεδουθούν. Του Ασάφ.+ Μελωδία.
77 Εγώ θα κραυγάσω προς τον Θεό με τη φωνή μου,+Με τη φωνή μου προς τον Θεό, και αυτός θα μου δώσει ακρόαση.+
2 Στην ημέρα της στενοχώριας μου αναζήτησα τον Ιεχωβά.+Τη νύχτα το χέρι μου τεντώνεται και δεν μουδιάζει·Η ψυχή μου αρνήθηκε να παρηγορηθεί.+
3 Θα θυμηθώ τον Θεό και θα είμαι θορυβώδης·+Αυτό θα είναι το μέλημά μου, και θα σβήσει το πνεύμα μου.+ Σέλαχ.
4 Κράτησες τα βλέφαρά μου·+Ταράχτηκα και δεν μπορώ να μιλήσω.+
5 Σκέφτηκα τις αρχαίες ημέρες,+Τα χρόνια των αιώνων του παρελθόντος.
6 Τη νύχτα θα θυμάμαι τη μουσική μου που παίζεται με έγχορδο·+Με την καρδιά μου θα το κάνω αυτό μέλημά μου+Και το πνεύμα μου θα ερευνάει προσεκτικά.
7 Μήπως αιωνίως θα απορρίπτει ο Ιεχωβά+Και ποτέ δεν θα ευαρεστηθεί ξανά;+
8 Μήπως τερματίστηκε για πάντα η στοργική του καλοσύνη;+Μήπως ο λόγος του έπεσε στο κενό+ για τις γενεές των γενεών;
9 Μήπως ξέχασε ο Θεός να δείχνει εύνοια+Και μήπως απέκλεισε τα ελέη του με θυμό;+ Σέλαχ.
10 Και μήπως θα λέω συνεχώς: «Αυτό με διατρυπάει,+Το ότι άλλαξε το δεξί χέρι του Υψίστου»;+
11 Θα θυμάμαι τις πράξεις του Γιαχ·+Διότι θα θυμάμαι τα θαυμαστά σου έργα της αρχαιότητας.+
12 Και θα στοχάζομαι όλες σου τις ενέργειες,+Και την πολιτεία σου θα κάνω μέλημά μου.+
13 Θεέ, στον άγιο τόπο είναι η οδός σου.+Ποιος είναι μεγάλος Θεός σαν τον Θεό;+
14 Εσύ είσαι ο αληθινός Θεός, που ενεργείς με θαυμαστό τρόπο.+Γνωστοποίησες στους λαούς την ισχύ σου.+
15 Με το βραχίονά σου ανέκτησες το λαό σου,+Τους γιους του Ιακώβ και του Ιωσήφ. Σέλαχ.
16 Τα νερά σε είδαν, Θεέ,Τα νερά σε είδαν· άρχισαν να έχουν δυνατούς πόνους.+Άρχισαν να ταράζονται και τα υδάτινα βάθη.+
17 Τα σύννεφα έριξαν νερό με βροντές·+Ήχο έβγαλαν οι συννεφιασμένοι ουρανοί.Και τα βέλη σου πήγαιναν παντού.+
18 Ο ήχος της βροντής σου ακουγόταν όπως οι τροχοί ενός άρματος·+Αστραπές φώτισαν τα παραγωγικά εδάφη·+Η γη ταράχτηκε και άρχισε να σείεται.+
19 Μέσα από τη θάλασσα ήταν η οδός σου,+Και ο δρόμος σου μέσα από πολλά νερά·Και τα χνάρια σου δεν έγιναν γνωστά.
20 Οδήγησες το λαό σου σαν να ήταν ποίμνιο,+Με το χέρι του Μωυσή και του Ααρών.+