Ματθαίος 26:1-75
26 Αφού τελείωσε ο Ιησούς όλα αυτά τα λόγια, είπε στους μαθητές του:
2 «Ξέρετε ότι σε δύο ημέρες από τώρα γίνεται το πάσχα,+ και ο Γιος του ανθρώπου θα παραδοθεί για να κρεμαστεί στο ξύλο».+
3 Τότε συγκεντρώθηκαν οι πρωθιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού στην αυλή του αρχιερέα ο οποίος ονομαζόταν Καϊάφας,+
4 και συνεννοήθηκαν+ να πιάσουν τον Ιησού με δολοπλοκία και να τον σκοτώσουν.
5 Ωστόσο, έλεγαν: «Όχι στη γιορτή, για να μη γίνει σάλος μεταξύ του λαού».+
6 Ενώ ο Ιησούς ήταν στη Βηθανία,+ στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού,+
7 τον πλησίασε μια γυναίκα που είχε ένα αλαβάστρινο δοχείο με ακριβό αρωματικό λάδι,+ και άρχισε να το χύνει στο κεφάλι του καθώς αυτός πλάγιαζε μπροστά στο τραπέζι.
8 Μόλις το είδαν αυτό, οι μαθητές αγανάκτησαν και είπαν: «Γιατί αυτή η σπατάλη;+
9 Διότι αυτό θα μπορούσε να είχε πουληθεί ακριβά και να είχε δοθεί σε φτωχούς».+
10 Γνωρίζοντάς το αυτό,+ ο Ιησούς τούς είπε: «Γιατί προσπαθείτε να δημιουργήσετε προβλήματα στη γυναίκα; Διότι αυτή έκανε μια καλή πράξη προς εμένα.+
11 Τους φτωχούς+ άλλωστε τους έχετε πάντοτε μαζί σας, αλλά εμένα δεν θα με έχετε πάντοτε.+
12 Διότι όταν αυτή η γυναίκα έβαλε αυτό το αρωματικό λάδι πάνω στο σώμα μου, το έκανε για να με προετοιμάσει για την ταφή.+
13 Αληθινά σας λέω: Οπουδήποτε κηρυχτούν αυτά τα καλά νέα σε όλο τον κόσμο, θα ειπωθεί και αυτό που έκανε αυτή η γυναίκα, σε ανάμνησή της».+
14 Τότε ένας από τους δώδεκα, αυτός που ονομαζόταν Ιούδας Ισκαριώτης,+ πήγε στους πρωθιερείς
15 και είπε: «Τι θα μου δώσετε για να σας τον προδώσω;»+ Αυτοί του καθόρισαν τριάντα ασημένια νομίσματα.+
16 Από τότε, λοιπόν, εκείνος ζητούσε μια καλή ευκαιρία για να τον προδώσει.+
17 Την πρώτη ημέρα των άζυμων άρτων+ πλησίασαν οι μαθητές τον Ιησού, λέγοντας: «Πού θέλεις να σου ετοιμάσουμε να φας το πάσχα;»+
18 Αυτός είπε: «Πηγαίνετε στην πόλη, στον Τάδε,+ και πείτε του: Ο Δάσκαλος λέει: “Ο προσδιορισμένος καιρός μου έχει πλησιάσει· θα γιορτάσω το πάσχα με τους μαθητές μου στο σπίτι σου”».+
19 Και οι μαθητές ενήργησαν όπως τους πρόσταξε ο Ιησούς και ετοίμασαν το πάσχα.+
20 Όταν, λοιπόν, βράδιασε,+ αυτός πλάγιαζε μπροστά στο τραπέζι μαζί με τους δώδεκα μαθητές.+
21 Ενώ έτρωγαν, είπε: «Αληθινά σας λέω: Ένας από εσάς θα με προδώσει».+
22 Επειδή λυπήθηκαν πάρα πολύ για αυτό, άρχισε ο καθένας τους να του λέει: «Κύριε, μήπως είμαι εγώ;»+
23 Απαντώντας αυτός είπε: «Εκείνος που βουτάει το χέρι του μαζί μου στην κούπα, αυτός θα με προδώσει.+
24 Βέβαια, ο Γιος του ανθρώπου φεύγει, όπως είναι γραμμένο+ σχετικά με αυτόν, αλλά αλίμονο+ σε εκείνον τον άνθρωπο μέσω του οποίου προδίδεται ο Γιος του ανθρώπου!+ Θα ήταν καλύτερο για εκείνον τον άνθρωπο να μην είχε γεννηθεί».
25 Απαντώντας ο Ιούδας, ο οποίος επρόκειτο σύντομα να τον προδώσει, είπε: «Μήπως είμαι εγώ, Ραββί;» Αυτός του είπε: «Εσύ ο ίδιος το είπες».
26 Καθώς συνέχιζαν να τρώνε, ο Ιησούς πήρε ένα ψωμί+ και, αφού είπε μια ευλογία, το έσπασε+ και, δίνοντάς το στους μαθητές, είπε: «Πάρτε, φάτε. Αυτό σημαίνει το σώμα μου».+
27 Επίσης, πήρε ένα ποτήρι+ και, αφού είπε μια ευχαριστήρια προσευχή, τους το έδωσε λέγοντας: «Πιείτε από αυτό, όλοι σας·+
28 διότι αυτό σημαίνει+ το “αίμα+ μου της διαθήκης”,+ το οποίο θα χυθεί χάρη πολλών+ για συγχώρηση αμαρτιών.+
29 Αλλά σας λέω: Δεν πρόκειται να πιω στο εξής από αυτό το γέννημα του κλήματος μέχρι εκείνη την ημέρα που θα το πίνω καινούριο μαζί σας στη βασιλεία του Πατέρα μου».+
30 Τελικά, αφού έψαλαν αίνους,+ βγήκαν έξω στο Όρος των Ελαιών.+
31 Τότε ο Ιησούς τούς είπε: «Όλοι σας θα σκανδαλιστείτε σε σχέση με εμένα αυτή τη νύχτα, γιατί είναι γραμμένο: “Θα πατάξω τον ποιμένα, και τα πρόβατα του ποιμνίου θα διασκορπιστούν”.+
32 Αλλά αφού εγερθώ, θα πάω πριν από εσάς στη Γαλιλαία».+
33 Ο Πέτρος, όμως, απαντώντας τού είπε: «Και αν όλοι οι άλλοι σκανδαλιστούν σε σχέση με εσένα, εγώ ποτέ δεν θα σκανδαλιστώ!»+
34 Ο Ιησούς τού είπε: «Αληθινά σου λέω: Αυτή τη νύχτα, προτού λαλήσει πετεινός, θα με απαρνηθείς τρεις φορές».+
35 Ο Πέτρος τού είπε: «Ακόμη και αν χρειαστεί να πεθάνω μαζί σου, δεν πρόκειται να σε απαρνηθώ». Το ίδιο είπαν και όλοι οι άλλοι μαθητές.+
36 Τότε ο Ιησούς ήρθε μαζί τους στο μέρος+ που ονομαζόταν Γεθσημανή και είπε στους μαθητές: «Καθήστε εδώ ωσότου πάω εκεί και προσευχηθώ».+
37 Και αφού πήρε μαζί του τον Πέτρο και τους δύο γιους+ του Ζεβεδαίου, άρχισε να λυπάται και να νιώθει έντονη ταραχή.+
38 Τότε τους είπε: «Η ψυχή μου είναι βαθιά λυπημένη, μέχρι θανάτου.+ Μείνετε εδώ και να είστε σε εγρήγορση μαζί μου».+
39 Και πηγαίνοντας λίγο μακρύτερα, έπεσε με το πρόσωπο κάτω και προσευχόταν+ λέγοντας: «Πατέρα μου, αν είναι δυνατόν, ας παρέλθει αυτό το ποτήρι+ από εμένα. Εντούτοις, όχι όπως εγώ θέλω,+ αλλά όπως εσύ θέλεις».+
40 Και ήρθε στους μαθητές και τους βρήκε να κοιμούνται, και είπε στον Πέτρο: «Δεν μπορούσατε ούτε μία ώρα να είστε σε εγρήγορση μαζί μου;+
41 Να είστε σε εγρήγορση+ και να προσεύχεστε,+ για να μην μπείτε σε πειρασμό.+ Το μεν πνεύμα είναι πρόθυμο, αλλά η σάρκα αδύναμη».+
42 Πάλι πήγε και προσευχήθηκε, δεύτερη φορά,+ λέγοντας: «Πατέρα μου, αν δεν είναι δυνατόν να παρέλθει αυτό χωρίς να το πιω, ας γίνει το θέλημά σου».+
43 Και ήρθε πάλι και τους βρήκε να κοιμούνται, γιατί τα μάτια τους είχαν βαρύνει.+
44 Αφού, λοιπόν, τους άφησε, πήγε πάλι και προσευχήθηκε τρίτη φορά,+ λέγοντας ξανά τον ίδιο λόγο.
45 Τότε ήρθε στους μαθητές και τους είπε: «Στιγμές σαν και αυτές εσείς κοιμάστε και αναπαύεστε! Δείτε! Έχει πλησιάσει η ώρα να παραδοθεί με προδοσία ο Γιος του ανθρώπου στα χέρια αμαρτωλών.+
46 Σηκωθείτε, πάμε. Ορίστε! Ο προδότης μου έχει πλησιάσει».+
47 Και ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, ήρθε ο Ιούδας,+ ένας από τους δώδεκα, και μαζί του μεγάλο πλήθος με σπαθιά+ και ρόπαλα από τους πρωθιερείς και τους πρεσβυτέρους του λαού.+
48 Μάλιστα ο προδότης του τους είχε δώσει ένα σημείο, λέγοντας: «Όποιον φιλήσω, αυτός είναι· συλλάβετέ τον».+
49 Και πηγαίνοντας κατευθείαν στον Ιησού, είπε: «Χαίρε, Ραββί!»+ και τον φίλησε+ πολύ τρυφερά.
50 Αλλά ο Ιησούς+ τού είπε: «Άνθρωπε, για ποιο σκοπό είσαι εδώ;» Τότε ήρθαν και έβαλαν τα χέρια πάνω στον Ιησού και τον συνέλαβαν.+
51 Αλλά κάποιος από εκείνους που ήταν μαζί με τον Ιησού άπλωσε το χέρι του και τράβηξε το σπαθί του και χτύπησε το δούλο του αρχιερέα και του έκοψε το αφτί.+
52 Τότε ο Ιησούς τού είπε: «Επίστρεψε το σπαθί σου στη θέση του,+ γιατί όλοι εκείνοι που παίρνουν σπαθί θα αφανιστούν από σπαθί.+
53 Ή νομίζεις ότι δεν μπορώ να επικαλεστώ τον Πατέρα μου για να μου χορηγήσει αυτή τη στιγμή περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων;+
54 Τότε πώς θα εκπληρώνονταν οι Γραφές ότι έτσι πρέπει να γίνει;»
55 Εκείνη την ώρα είπε ο Ιησούς στα πλήθη: «Βγήκατε να με συλλάβετε με σπαθιά και ρόπαλα, σαν να βγαίνατε εναντίον ενός ληστή;+ Κάθε ημέρα καθόμουν στο ναό+ διδάσκοντας, και όμως δεν με συλλάβατε.
56 Αλλά όλα αυτά έγιναν για να εκπληρωθούν τα όσα έγραψαν οι προφήτες».+ Τότε όλοι οι μαθητές τον εγκατέλειψαν και έφυγαν.+
57 Εκείνοι που συνέλαβαν τον Ιησού τον έφεραν στον Καϊάφα+ τον αρχιερέα, όπου ήταν συγκεντρωμένοι οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι.+
58 Ο δε Πέτρος τον ακολουθούσε από αρκετή απόσταση ως την αυλή+ του αρχιερέα και, αφού μπήκε μέσα, καθόταν με τους υπηρέτες του σπιτιού για να δει το αποτέλεσμα.+
59 Στο μεταξύ, οι πρωθιερείς και ολόκληρο το Σάνχεδριν έψαχναν για ψευδομαρτυρία εναντίον του Ιησού ώστε να τον θανατώσουν,+
60 αλλά δεν βρήκαν καμιά, αν και ήρθαν πολλοί ψευδομάρτυρες.+ Αργότερα ήρθαν δύο
61 και είπαν: «Αυτός ο άνθρωπος είπε: “Μπορώ να γκρεμίσω το ναό του Θεού και να τον χτίσω σε τρεις ημέρες”».+
62 Τότε σηκώθηκε ο αρχιερέας και του είπε: «Τίποτα δεν απαντάς; Τι μαρτυρούν αυτοί εναντίον σου;»+
63 Αλλά ο Ιησούς έμενε σιωπηλός.+ Ο αρχιερέας, λοιπόν, του είπε: «Σε ορκίζω+ στον ζωντανό Θεό να μας πεις αν εσύ είσαι ο Χριστός,+ ο Γιος του Θεού!»
64 Ο Ιησούς τού είπε:+ «Εσύ ο ίδιος το είπες.+ Εντούτοις σας λέω: Στο εξής+ θα δείτε τον Γιο του ανθρώπου+ να κάθεται στα δεξιά+ της δύναμης και να έρχεται πάνω στα σύννεφα του ουρανού».+
65 Τότε ο αρχιερέας έσκισε τα εξωτερικά του ενδύματα, λέγοντας: «Αυτός βλασφήμησε!+ Τι χρειαζόμαστε πια μάρτυρες;+ Ορίστε! Τώρα ακούσατε τη βλασφημία.+
66 Ποια είναι η γνώμη σας;» Αυτοί απάντησαν: «Είναι άξιος θανάτου».+
67 Τότε έφτυσαν στο πρόσωπό+ του και τον χτύπησαν+ με τις γροθιές τους. Άλλοι τον χαστούκισαν,+
68 λέγοντας: «Προφήτευσε σε εμάς, Χριστέ.+ Ποιος είναι αυτός που σε χτύπησε;»+
69 Ο δε Πέτρος καθόταν έξω στην αυλή· και τον πλησίασε μια υπηρέτρια, λέγοντας: «Και εσύ ήσουν μαζί με τον Ιησού τον Γαλιλαίο!»+
70 Αλλά αυτός το αρνήθηκε μπροστά σε όλους, λέγοντας: «Δεν ξέρω τι λες».
71 Αφού βγήκε έξω, στο θάλαμο της πύλης, τον είδε μια άλλη υπηρέτρια και είπε σε εκείνους που ήταν εκεί: «Αυτός ήταν μαζί με τον Ιησού τον Ναζωραίο».+
72 Και πάλι αυτός το αρνήθηκε με όρκο: «Δεν τον γνωρίζω τον άνθρωπο!»+
73 Έπειτα από λίγο, πλησίασαν εκείνοι που στέκονταν τριγύρω και είπαν στον Πέτρο: «Σίγουρα και εσύ από αυτούς είσαι, γιατί και η διάλεκτός σου σε προδίδει».+
74 Τότε αυτός άρχισε να καταριέται και να ορκίζεται: «Δεν τον γνωρίζω τον άνθρωπο!» Και αμέσως λάλησε ένας πετεινός.+
75 Και ο Πέτρος θυμήθηκε τα λόγια που είπε ο Ιησούς, δηλαδή: «Προτού λαλήσει πετεινός, θα με απαρνηθείς τρεις φορές».+ Τότε βγήκε έξω και έκλαψε πικρά.+