Δευτερονόμιο 9:1-29

9  »Άκου, Ισραήλ· εσύ θα περάσεις σήμερα τον Ιορδάνη+ για να μπεις και να εκδιώξεις έθνη μεγαλύτερα και κραταιότερα από εσένα,+ πόλεις μεγάλες και οχυρωμένες ως τους ουρανούς,+  λαό μεγάλο και ψηλό, τους γιους των Ανακίμ,+ σχετικά με τους οποίους ο ίδιος έμαθες και άκουσες να λέγεται: “Ποιος μπορεί να προβάλει σταθερή αντίσταση μπροστά στους γιους του Ανάκ;”  Και ξέρεις καλά σήμερα ότι ο Ιεχωβά ο Θεός σου θα περάσει απέναντι μπροστά από εσένα.+ Φωτιά που κατατρώει είναι αυτός.+ Θα τους αφανίσει+ και θα τους καθυποτάξει μπροστά σου· και πρέπει να τους εκδιώξεις και να τους εξολοθρεύσεις γρήγορα, ακριβώς όπως σου είπε ο Ιεχωβά.+  »Μην πεις μέσα στην καρδιά σου, όταν ο Ιεχωβά ο Θεός σου τους απομακρύνει από μπροστά σου: “Χάρη στη δικαιοσύνη μου με έφερε ο Ιεχωβά για να πάρω στην κατοχή μου αυτή τη γη”,+ ενώ αντίθετα, λόγω της πονηρίας τους διώχνει ο Ιεχωβά αυτά τα έθνη από μπροστά σου.+  Δεν μπαίνεις να πάρεις στην κατοχή σου τη γη τους χάρη στη δικαιοσύνη+ σου ή στην ευθύτητα της καρδιάς σου·+ στην πραγματικότητα, λόγω της πονηρίας τους διώχνει ο Ιεχωβά ο Θεός σου αυτά τα έθνη από μπροστά σου,+ καθώς και για να εκπληρώσει το λόγο που ορκίστηκε ο Ιεχωβά στους προπάτορές σου, στον Αβραάμ,+ στον Ισαάκ+ και στον Ιακώβ.+  Και πρέπει να ξέρεις ότι ο Ιεχωβά ο Θεός σου δεν σου δίνει αυτή την καλή γη για να την πάρεις στην κατοχή σου χάρη στη δικαιοσύνη σου· διότι είσαι λαός σκληροτράχηλος.+  »Να θυμάσαι: Μην ξεχνάς πώς έκανες τον Ιεχωβά τον Θεό σου να εξαφθεί στην έρημο.+ Από την ημέρα που βγήκες από τη γη της Αιγύπτου μέχρι που ήρθατε σε αυτόν τον τόπο, συμπεριφερθήκατε στασιαστικά προς τον Ιεχωβά.+  Ακόμη και στο Χωρήβ κάνατε να εξαφθεί ο θυμός του Ιεχωβά, ώστε ο Ιεχωβά εξοργίστηκε με εσάς σε σημείο που θα σας αφάνιζε.+  Όταν ανέβηκα στο βουνό για να λάβω τις πέτρινες πλάκες,+ τις πλάκες της διαθήκης που είχε συνάψει με εσάς ο Ιεχωβά,+ και έμεινα στο βουνό σαράντα ημέρες και σαράντα νύχτες+ (ψωμί δεν έφαγα και νερό δεν ήπια), 10  τότε ο Ιεχωβά μού έδωσε τις δύο πέτρινες πλάκες που ήταν γραμμένες με το δάχτυλο του Θεού·+ και πάνω τους υπήρχαν όλα τα λόγια που σας είχε πει ο Ιεχωβά στο βουνό, μέσα από τη φωτιά, την ημέρα που συγκεντρώθηκε η εκκλησία.+ 11  Και όταν τελείωσαν οι σαράντα ημέρες και οι σαράντα νύχτες, ο Ιεχωβά μού έδωσε τις δύο πέτρινες πλάκες, τις πλάκες της διαθήκης·+ 12  και μου είπε ο Ιεχωβά: “Σήκω, κατέβα γρήγορα από εδώ, επειδή ο λαός σου, τον οποίο έβγαλες από την Αίγυπτο, ενήργησε καταστροφικά.+ Παρέκκλιναν γρήγορα από την οδό σχετικά με την οποία τους διέταξα. Έφτιαξαν μια χυτή εικόνα για τον εαυτό τους”.+ 13  Και ο Ιεχωβά συνέχισε και μου είπε: “Είδα αυτόν το λαό, και είναι λαός σκληροτράχηλος.+ 14  Άφησέ με, ώστε να τους αφανίσω+ και να εξαλείψω το όνομά τους κάτω από τους ουρανούς·+ και θα κάνω εσένα έθνος κραταιότερο και πολυπληθέστερο από αυτούς”.+ 15  »Έπειτα από αυτό, γύρισα και κατέβηκα από το βουνό, ενώ το βουνό καιγόταν με φωτιά·+ και οι δύο πλάκες της διαθήκης ήταν στα δυο μου χέρια.+ 16  Τότε είδα ότι είχατε αμαρτήσει εναντίον του Ιεχωβά του Θεού σας! Είχατε φτιάξει ένα χυτό μοσχάρι για τον εαυτό σας.+ Είχατε παρεκκλίνει γρήγορα από την οδό σχετικά με την οποία σας είχε διατάξει ο Ιεχωβά.+ 17  Τότε έπιασα τις δύο πλάκες και τις πέταξα από τα δυο μου χέρια και τις συνέτριψα μπροστά στα μάτια σας.+ 18  Και πρόσπεσα ενώπιον του Ιεχωβά, όπως πρώτα, σαράντα ημέρες και σαράντα νύχτες. Ψωμί δεν έφαγα και νερό δεν ήπια,+ εξαιτίας όλης της αμαρτίας σας την οποία είχατε διαπράξει, πράττοντας το κακό στα μάτια του Ιεχωβά με αποτέλεσμα να τον προσβάλετε.+ 19  Διότι φοβόμουν εξαιτίας του φλογερού θυμού με τον οποίο είχε αγανακτήσει με εσάς ο Ιεχωβά, σε σημείο που θα σας αφάνιζε.+ Ωστόσο, ο Ιεχωβά με άκουσε και αυτή τη φορά.+ 20  »Και με τον Ααρών, επίσης, ο Ιεχωβά εξοργίστηκε πολύ, σε σημείο που θα τον αφάνιζε·+ αλλά έκανα δέηση+ και για τον Ααρών εκείνον τον καιρό. 21  Και την αμαρτία σας που είχατε κάνει, το μοσχάρι,+ το πήρα και το έκαψα στη φωτιά και το συνέτριψα, αλέθοντάς το ολότελα μέχρι που έγινε λεπτό σαν σκόνη· και μετά έριξα τη σκόνη του στο χείμαρρο που κατέβαινε από το βουνό.+ 22  »Επιπλέον, στην Ταβερά+ και στη Μασσάχ+ και στην Κιβρώθ-αττααβά+ κάνατε να εξαφθεί ο θυμός του Ιεχωβά.+ 23  Και όταν ο Ιεχωβά σάς έστειλε από την Κάδης-βαρνή,+ λέγοντας: “Ανεβείτε και πάρτε στην κατοχή σας τη γη την οποία σίγουρα θα σας δώσω!” συμπεριφερθήκατε στασιαστικά εναντίον της προσταγής του Ιεχωβά του Θεού σας+ και δεν ασκήσατε πίστη+ προς αυτόν και δεν ακούσατε τη φωνή του.+ 24  Συμπεριφερθήκατε στασιαστικά προς τον Ιεχωβά+ από την ημέρα που σας γνώρισα. 25  »Πρόσπεφτα, λοιπόν, ενώπιον του Ιεχωβά σαράντα ημέρες και σαράντα νύχτες,+ και πρόσπεσα έτσι επειδή ο Ιεχωβά έλεγε ότι θα σας αφανίσει.+ 26  Και άρχισα να κάνω δέηση+ στον Ιεχωβά και να λέω: “Υπέρτατε Κύριε Ιεχωβά, μην καταστρέψεις το λαό σου, την ατομική ιδιοκτησία σου,+ που απολύτρωσες με τη μεγαλοσύνη σου, που έβγαλες από την Αίγυπτο+ με ισχυρό χέρι.+ 27  Θυμήσου τους υπηρέτες σου, τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ.+ Μη στρέψεις το πρόσωπό σου προς τη σκληρότητα αυτού του λαού και την πονηρία τους και την αμαρτία τους,+ 28  για να μην πει η γη+ από την οποία μας έβγαλες: «Επειδή ο Ιεχωβά δεν μπόρεσε να τους φέρει στη γη που τους είχε υποσχεθεί και επειδή τους μισούσε, τους έβγαλε για να τους θανατώσει στην έρημο».+ 29  Και αυτός είναι ο λαός σου και η ατομική ιδιοκτησία+ σου που έβγαλες με τη μεγάλη σου δύναμη και τον απλωμένο σου βραχίονα”.+

Υποσημειώσεις