Γένεση 8:1-22
8 Έπειτα θυμήθηκε+ ο Θεός τον Νώε και κάθε θηρίο και κάθε κατοικίδιο ζώο που ήταν μαζί του στην κιβωτό,+ και έκανε ο Θεός να περάσει ένας άνεμος πάνω από τη γη και τα νερά άρχισαν να αποτραβιούνται.+
2 Και οι πηγές των υδάτινων βαθών+ και οι πύλες των υδάτων+ των ουρανών κλείστηκαν, και έτσι εμποδίστηκε η νεροποντή από τους ουρανούς.
3 Και τα νερά άρχισαν να αποσύρονται από τη γη, να αποσύρονται προοδευτικά· και αφού πέρασαν εκατόν πενήντα ημέρες τα νερά είχαν ελαττωθεί.+
4 Και τον έβδομο μήνα, τη δέκατη έβδομη ημέρα του μήνα, η κιβωτός+ κάθησε στα βουνά του Αραράτ.+
5 Και τα νερά εξακολούθησαν να λιγοστεύουν προοδευτικά μέχρι το δέκατο μήνα. Το δέκατο μήνα, την πρώτη του μήνα, φάνηκαν οι κορυφές των βουνών.+
6 Αφού, λοιπόν, πέρασαν σαράντα ημέρες, ο Νώε άνοιξε το παράθυρο+ της κιβωτού το οποίο είχε φτιάξει.
7 Έπειτα έστειλε ένα κοράκι,+ και αυτό πετούσε έξω, πηγαίνοντας και επιστρέφοντας, μέχρι που η γη στέγνωσε από τα νερά.
8 Αργότερα έστειλε έξω ένα περιστέρι+ για να δει αν τα νερά είχαν υποχωρήσει από την επιφάνεια της γης.
9 Και το περιστέρι δεν βρήκε κανέναν τόπο ανάπαυσης για το πέλμα του ποδιού του, και γι’ αυτό επέστρεψε προς αυτόν στην κιβωτό επειδή τα νερά ήταν ακόμη πάνω στην επιφάνεια ολόκληρης της γης.+ Τότε εκείνος άπλωσε το χέρι του και το πήρε και το έφερε μέσα στην κιβωτό.
10 Και περίμενε άλλες εφτά ημέρες και έστειλε πάλι το περιστέρι έξω από την κιβωτό.
11 Αργότερα το περιστέρι ήρθε σε αυτόν περίπου την ώρα που βράδιαζε, και είχε ένα φρεσκοκομμένο φύλλο ελιάς+ στο ράμφος του, και έτσι ο Νώε κατάλαβε ότι τα νερά είχαν υποχωρήσει από τη γη.+
12 Και περίμενε άλλες εφτά ημέρες. Κατόπιν έστειλε το περιστέρι, αλλά εκείνο δεν ξαναγύρισε πια σε αυτόν.+
13 Και το εξακοσιοστό πρώτο έτος,+ τον πρώτο μήνα, την πρώτη ημέρα του μήνα, είχε στραγγίσει η γη από τα νερά· και ο Νώε αφαίρεσε το κάλυμμα της κιβωτού και είδε ότι η επιφάνεια της γης είχε στραγγίσει εντελώς.+
14 Και το δεύτερο μήνα, την εικοστή έβδομη ημέρα του μήνα, η γη είχε στεγνώσει.+
15 Ο Θεός, λοιπόν, μίλησε στον Νώε, λέγοντας:
16 «Βγες από την κιβωτό, εσύ και η σύζυγός σου και οι γιοι σου και οι σύζυγοι των γιων σου μαζί σου.+
17 Κάθε ζωντανό πλάσμα που είναι μαζί σου από κάθε είδους σάρκα,+ από τα πετούμενα πλάσματα+ και από τα κατοικίδια ζώα+ και από όλα τα κινούμενα ζώα που κινούνται πάνω στη γη,+ βγάλε το έξω μαζί σου, εφόσον αυτά πρέπει να αφθονήσουν στη γη και να είναι καρποφόρα και να πληθυνθούν πάνω στη γη».+
18 Τότε βγήκε ο Νώε, καθώς και οι γιοι του+ και η σύζυγός του και οι σύζυγοι των γιων του μαζί του.
19 Κάθε ζωντανό πλάσμα, κάθε κινούμενο ζώο και κάθε πετούμενο πλάσμα, καθετί που κινείται πάνω στη γη, σύμφωνα με τις οικογένειές τους βγήκαν από την κιβωτό.+
20 Και ο Νώε έχτισε ένα θυσιαστήριο+ για τον Ιεχωβά και πήρε μερικά από όλα τα καθαρά ζώα+ και από όλα τα καθαρά πετούμενα πλάσματα+ και πρόσφερε ολοκαυτώματα πάνω στο θυσιαστήριο.+
21 Και μύρισε ο Ιεχωβά κατευναστική οσμή,+ και γι’ αυτό είπε ο Ιεχωβά μέσα στην καρδιά του:+ «Ποτέ ξανά δεν θα καταραστώ τη γη+ εξαιτίας του ανθρώπου, επειδή η τάση+ της καρδιάς του ανθρώπου είναι κακή από τη νεότητά του·+ και ποτέ ξανά δεν θα πλήξω κάθε ζωντανό πλάσμα όπως έκανα.+
22 Διότι όλες τις ημέρες που παραμένει η γη, η σπορά και ο θερισμός, και το κρύο και η ζέστη, και το καλοκαίρι και ο χειμώνας, και η ημέρα και η νύχτα δεν θα πάψουν ποτέ».+